Με τη σημερινή αναφορά δεν θα ασχοληθώ με τη διαφορά που υπάρχει μεταξύ εργασίας και δουλειάς∙ εξ άλλου αυτό το έχω κάνει σε προηγούμενο χρόνο….
Στο θέμα απλά να συμπληρώσω πως η εργασία υπάρχει ως στοιχείο της καθημερινής ζωής από την εποχή του Ομήρου και του Ησιόδου από τον οποίο παίρνουμε και την οδηγία – εκτίμηση: «Έργον δ’ ουδέν όνειδος, αεργίη δε τ’ όνειδος» (Έργ. Ημ. 311).
Αν και η ομηρική κοινωνία ήταν ταξική και αριστοκρατική στην οποία κυρίαρχο στοιχείο ήταν η εκμετάλλευση, ουσιαστικά δεν υπήρχε ο κάθετος διαχωρισμός των εργαζομένων, μια και στην κοινωνία αυτή εργαζόταν μαζί με τους «κοινούς θνητούς» και οι βασιλείς, εν τούτοις υπήρχε ο διαχωρισμός των εργατών σε εργάτες γης (γεωργοί, κτηνοτρόφοι, κυνηγοί, …) στη θάλασσα οι ναυτικοί οι αλιείς και στην πολιτεία οι βιοτέχνες, χαλκουργοί, τεχνίτες ξυλουργοί, κεραμοποιοί… όπως και άλλα επαγγέλματα π.χ γιατροί, φαρμακοποιοί, νοσοκόμοι…
Σήμερα ο καθένας φροντίζει να έχει μια εργασία και ιδιαίτερα οι νέοι όχι μόνο αναζητούν εργασία, αλλά προσφέρονται γι αυτό(!) για λόγους προφανείς που σχετίζονται με τον βιοπορισμό καθώς και τη δημιουργηθείσα οικονομική κρίση. Και επειδή οι καιροί είναι δύσκολοι – όχι μόνο οικονομικά – οι νέοι δεν ενδιαφέρονται για το είδος της εργασίας που θα κάνουν, πράγμα όμως που, πιστεύω, τους οδηγεί στο να εργάζονται χωρίς ζήλο, χαρά και προοπτική, αλλά μόνο για να καλύψουν κάποιες οικονομικές τους ανάγκες. Επομένως ο κόπος τους είναι πολύ μεγαλύτερος και σκληρότερος από το να εργαζόταν έχοντας τη χαρά της προσφοράς και της ικανοποίησης από αυτήν. Σήμερα οι περισσότεροι νέοι που εργάζονται, έχουν πλεόνασμα προσόντων απ’ όσα χρειάζονται για να εκτελέσουν την εργασία στην οποία ουσιαστικά απασχολούνται. Είναι προφανές πως τα άτομα αυτά έχουν αρνητική σχέση με την εργασία τους, μειωμένες προσδοκίες και επομένως εργασιακή ικανοποίηση. Εδώ επιδρούν άμεσα οι οικονομικοί λόγοι που παράλληλα με τους ψυχολογικούς και το άγχος συμβάλλουν αρνητικά στη ζωή τους, και η όποια αισιοδοξία τους εξαντλείται στο «μήπως και πάρουν κάτι παραπάνω»∙ αφού φτάνουν πολλές φορές μέχρι και την απάθεια χάνοντας ακόμα και την αυτοεκτίμηση τους, αισθανόμενοι πως και αυτή είναι προνόμιο των εχόντων και κατεχόντων. Να συμπληρώσουμε ακόμα, πως ένα τμήμα από τους ανήσυχους και απείθαρχους στο σύστημα –ιδιαίτερα νέοι- οδηγούνται στην παραβατικότητα∙ εκδηλώνοντας με τον τρόπο αυτό την αντίδρασή τους.
Εργασία χωρίς χαρά (δηλ. άχαρη εργασία) οδηγεί σε σκληρότερη πλήξη και σε μεγαλύτερο κόπο. Στο σημείο αυτό να επισημάνουμε πως με ικανοποιημένους εργαζόμενους οι επιχειρήσεις πετυχαίνουν το σκοπό τους που είναι οικονομικά κέρδη παράλληλα με την ικανοποίηση των πελατών τους. Είναι λοιπόν απαράδεκτο μέχρι και χυδαίο να εργάζεται κανείς χωρίς την ευχαρίστηση τής προσφοράς μόνο και μόνο για να φυτοζωεί, χάνοντας ακόμα και τα πολιτικά του ιδανικά, υποτασσόμενος στη μεγάλη μέχρι και αξεπέραστη δύναμη του κεφαλαίου και αυτών που ρυθμίζουν τις εργασιακές σχέσεις. Επανερχόμενοι όμως στο ζήτημα της εργασίας –το οποίο βέβαια δεν εξαντλείται σε ένα σημείωμα – από την άποψη που μας απασχολεί, να σημειώσουμε ακόμα, πως υπάρχουν άνθρωποι που προτιμούν να εργάζονται και να ζουν με ελάχιστα χρήματα, αρκεί να τους ικανοποιεί η εργασία τους θεωρώντας την ανώτερο κέρδος…
Στην κατηγορία αυτή ανήκουν οι διάφοροι καλλιτέχνες και στοχαστές αλλά και άνθρωποι με διαφορετική αντίληψη των πραγμάτων, οι οποίοι βλέπουν τη ζωή με ερευνητικό ήρεμο και στοχαστικό πνεύμα που δεν εμποδίζεται ή και υπερβαίνει το άγχος τού περιττού!